ἡμιτρίγωνος

ἡμιτρίγωνος
ἡμι-τρίγωνος [pron. full] [ῐ], hyperdor. [pref] ἁμ-, ον,
A forming half a triangle, τρίγωνον, of the triangles made by drawing a perpendicular from an angle of an equilateral triangle, Speus. ap. Theol.Ar.63: neut. as Subst., Ti.Locr.98a, Simp.in Cael.561.13.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • ημιτρίγωνος — ἡμιτρίγωνος και δωρ. τ. ἁμιτρίγωνος, ον (Α) το ουδ. ως ουσ. τὸ ἡμιτρίνωνον το μισό τριγώνου …   Dictionary of Greek

  • ημι- — (AM ἡμι ) αχώριστο πρόθημα ως α συνθετικό λέξεων τής αρχ., μσν. και νεοελλ. γλώσσας που έχουν την έννοια ότι αυτό που δηλώνει το β συνθετικό είναι: α) το μισό, ως προς το ποσό (πρβλ. ημισέληνος, ημισφαίριο) β) κάτι το ελλιπές, μη τελειωμένο,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”